editos |
ρώτα το κύμα και τον αέρα
“Under a blood red sky
Τώρα ένας ακόμη χρόνος άλλαξε και στο ημερολόγιο γεμίζουν ξανά οι μήνες με αριθμούς και τριήμερα υποσχέσεων, με ημέρες και σαββατοκύριακα, με αργίες και διακοπές, με εποχές και εικόνες μιας ζωής, που δε χορταίνεται, δε χορταίνεται, παρά τις πτώσεις και τα κλάματα, τις αγωνίες και τις περιπέτειες, τις απώλειες, τις προδοσίες, τις απογοητεύσεις, τη φθορά… Τώρα πρέπει να σταθείς πάλι όρθιος, να σφίξεις ίσως τα δόντια – τι είχες τι έχασες – να πάρεις αποφάσεις, να πεις «ποτέ ξανά» και «πάντα έτσι» και «τώρα ή ποτέ», ιδεώδης εν τη λύπη σου, να γράψεις στο χαρτί αυτά που θέλεις να κάνεις, να τα βάλεις στον πίνακα των ανακοινώσεων, να τα βάλεις απέναντι, χαρτάκια που αποπνέουν σοβαρότητα και υπόσχεση, Ερινύες που θα σε κυνηγούν για το ψωμοτύρι που έφαγες μετά τα μεσάνυχτα, για εκείνη την επιστολή που δεν έστειλες ποτέ, για τα λόγια που δεν είπες.
Ποιον ξεγελάς; Μεγαλώνεις, αυτό είναι όλο. Οι σοβαροί των σκοπών κάνουν καριέρα από νωρίς, σχεδόν αφότου γεννηθούν - πόσων χρονών είναι τα παιδιά σας; ο γιατρός τριών και ο δικηγόρος πέντε – εκείνες, ξέροντας πότε θα παντρευτούν και σε ποια μέρα θα συλλάβουν, εκείνοι, προβάροντας γραβάτες και χαρτοφύλακες, επιλέγοντας από τα λεξικά τις καλύτερες λέξεις τους. Και το μυαλό τους μια επιφάνεια από διαρκή posts, για το καθετί. Άγχος και αυτό: να πρέπει να αποδείξεις τα πάντα στους πάντες. Αλλά έλα, πες μου πού βρίσκεται το «τώρα», το «πάντα» και το «ποτέ» πάνω στο νήμα του χρόνου, σ’ αυτό το νήμα που μοναδική του ικανότητα είναι να εξυφαίνει λαβυρίνθους, όπου το παιχνίδι παίζεται ανάμεικτο με τον τρόμο;
Φοβάσαι μα παίζεις, γιατί κατά βάθος ξέρεις ότι παρότι το παιχνίδι μπορεί να είναι στημένο, η γοητεία είναι να παίζεις και να πετυχαίνεις μικρές σχεδόν ανεπαίσθητες νίκες, λογουχάρη να διαβάζεις ποιήματα δυνατά διασκεδάζοντας το μηδέν, να γελάς από βάθους καρδίας, να υπονομεύεις τις ολοκληρωτικές τους βεβαιότητες, να ρίχνεις τα καλά στο γιαλό, γνωρίζοντας ότι θα επιστρέψουν μάλλον σαπιόξυλα και πλαστικά μπουκάλια. Ουδεμία καλωσύνη μένει ατιμώρητος. Ε, και; Και κάθε μα κάθε στιγμή, να επιλέγεις ώστε να μπορείς στη συνέχεια να κοιτάζεις τους άλλους στα μάτια, να επιλέγεις ώστε να περπατάς ευθυτενής στους δρόμους του χωριού που σου έλαχε να ζήσεις, να επιλέγεις ώστε να σώσεις εκείνη την καταραμένη αξιοπρέπεια, να πάρεις μια-δυο αποφάσεις για όλους αυτούς που άρχισαν να βαραίνουν με ανόητη παρουσία στη ζωή σου, - "όλους εσάς που χρόνια τώρα τριγυρνάτε αμέριμνοι στα μάτια μου / μια μέρα θα βάλω τα κλάματα και θα σας πνίξω" - να μοιραστείς κάτι ελάχιστο, να αφήσεις κάτι που θα μιλάει από μόνο του, αύταρκες και ωραίο. Ένα πάθος ίσως.
Δεν κατάλαβα ποτέ τι ακριβώς γιορτάζουν οι άνθρωποι με την αλλαγή του χρόνου. Τι είναι αυτό που τους κάνει να συνωστίζονται στα διάφορα ρεβεγιόν της ζωής τους και να μετρούν αντίστροφα, σα να πρόκειται κάτι να εκραγεί, να εκτοξευτεί στο διάστημα, για να επανέλθει ύστερα στην καθιερωμένη τάξη των πραγμάτων, να μετράει δηλαδή κανονικά τα λεπτά, τις ώρες, τις ημέρες, τους μήνες, τα χρόνια, όπως ένα παιδί που μαθαίνει αρίθμηση, όπως ένα ρολόι που αποτυπώνει άχαρα μια ακατανόητη εντροπία: αἰὼν παῖς ἐστι παίζων πεσσεύων· παιδὸς ἡ βασιληίη.
Τι γιορτάζουν; Την έλευση του καινούργιου μήπως, που συνοδεύεται από την άδηλη προσμονή ότι αυτό θα είναι λίγο καλύτερο από εκείνο που πέρασε; Την αλλαγή καθεαυτή, αυτή που φοβούνται όλον τον υπόλοιπο καιρό σε μια Παρμενίδεια εμμονή φύλαξης των κεκτημένων, σε μία μανιώδη οχύρωση πίσω από τα αμετακίνητα; Άνθρωποι που θέλουν να ελπίζουν και άνθρωποι που θέλουν να εύχονται. Δύο ρήματα που διαπραγματεύονται διαρκώς με την πραγματικότητα, εκβιάζουν ή εκλιπαρούν τις διαθέσεις ενός μυστήριου σύμπαντος, προσβλέποντας σε μια κβαντική μετάλλαξη σύμφωνα με την επιθυμία.
Και απέναντι σε όλα αυτά τι έχεις να αντιτάξεις; Μπωντλαίρ ίσως.
«Καὶ ἂν μερικὲς φορές, στὰ σκαλιὰ ἑνὸς παλατιοῦ, στὸ πράσινο χορτάρι ἑνὸς χαντακιοῦ, μέσα στὴ σκυθρωπὴ μοναξιὰ τῆς κάμαράς σας, ξυπνᾶτε, μὲ τὸ μεθύσι ήδη ἐλαττωμένο ἢ χαμένο, ρωτῆστε τὸν ἀέρα, τὸ κύμα, τὸ ἄστρο, τὸ πουλί, τὸ ρολόι, τὸ κάθε τι ποὺ φεύγει, τὸ κάθε τι ποὺ βογκᾶ, τὸ κάθε τί ποὺ κυλᾶ, τὸ κάθε τι ποὺ τραγουδᾶ, ρωτῆστε τί ὥρα εἶναι, καὶ ὁ ἀέρας, τὸ κύμα, τὸ ἄστρο, τὸ πουλί, τὸ ρολόι, θὰ σᾶς ἀπαντήσουν: Εἶναι ἡ ὥρα της μέθης! Γιὰ νὰ μὴν γίνετε οἱ μαρτυρικοί σκλάβοι τοῦ Χρόνου, μεθύστε, μεθύστε χωρὶς διακοπή! Μὲ κρασί, μὲ ποίηση ἢ μὲ ἀρετή, με ότι σᾶς ἀρέσει».
Με κρασί, με ποίηση, με αρετή, με ότι θέλεις. Η ώρα της μέθης, σε μια ζωή που ξεθωριάζει ολοένα και περισσότερο στα νοήματά της. Καλή χρονιά!
Κωνσταντίνος Ν. Καρεμφύλλης
Ο ιστότοπος www.e-keimena.gr την εβδομάδα αυτή διαβάζει την ποιητική συλλογή: «Έλικας Φανταστικού Ελικοπτέρου» του Μιχάλη Παπαδόπουλου Δείτε και εδώ
e-keimena.gr
Ιστότοπος για τη διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας στην εκπαίδευση και πεδίο βολής εξαιρετικών κειμένων στο διαδίκτυο.
Αγαπητοί φίλοι, Το περιεχόμενο του Ιστότοπου είναι ελεύθερο και ανοιχτό προς ανάγνωση και χρήση, για κάθε ενδιαφερόμενο. Από την άποψη αυτή Επιτρέπεται η αναδημοσίευση ή χρήση μέρους ή του συνόλου των αναρτήσεων που περιλαμβάνονται στον ιστότοπο αυτό από μαθητές, εκπαιδευτικούς ή άλλους "κυβερνοναύτες", χωρίς να απαιτείται προηγουμένως κάποια προφορική ή γραπτή άδεια από το διαχειριστή. Απλώς, αν βρίσκετε και εσείς κάποιο νόημα στο μοίρασμα και την ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση, την πληροφορία και τη σκέψη, μπορείτε να αναφέρετε τον ιστότοπο ως πηγή, προκειμένου να τον ανακαλύψουν και ενδεχομένως να τον χρησιμοποιήσουν και άλλοι. Μπορείτε επίσης να προτείνετε και εσείς κάποιες αναρτήσεις (ασκήσεις, υλικό διδασκαλίας, κείμενα κ.λπ.) γράφοντας το ονοματεπώνυμό σας, την ηλεκτρονική σας διεύθυνση και κάποιο τηλέφωνο επικοινωνίας (προαιρετικά) και στέλνοντάς τα στην ηλεκτρονική διεύθυνση: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε. Η ευθύνη της τελικής επιλογής του υλικού ανήκει στη διαχείριση του Ιστότοπου.
«Τώρα ανήκει τούτο όχι μόνο στις συνήθειες μου, αλλά και στο γούστο μου – σε ένα κακόβουλο γούστο ίσως; - να μη γράψω τίποτα πια, με το οποίο να μην προκαλείται απελπισία σε κάθε άνθρωπο που βιάζεται. Γιατί «φιλολογία» είναι εκείνη η σεβαστή τέχνη, η οποία προπαντός ένα απαιτεί από το λάτρη της, να παραμερίσει, να της δώσει πίστωση χρόνου, να γίνει σιωπηλή, να γίνει αργή - σαν μια τέχνη χρυσοχόου και τέχνη γνωριμίας της λέξης, η οποία οφείλει να αποπερατώσει μια ακέραια λεπτή, προσεκτική εργασία και δε κατορθώνει τίποτα, εάν δεν κατορθώνει τούτο lento. Όμως, ακριβώς για αυτό είναι αυτή σήμερα περισσότερο αναγκαία από κάθε άλλη φορά, ακριβώς με αυτόν τον τρόπο μας ελκύει και μας γοητεύει τόσο ισχυρά, μέσα σε μια εποχή της «εργασίας». Θέλω να ειπώ: της βιασύνης, της αναξιόπρεπης και κάθιδρης, της κατεπείγουσας εργασίας, που θέλει αμέσως να «τελειώνει», επίσης με κάθε παλιό και καινούργιο βιβλίο: αυτή η ίδια δεν τελειώνει τόσο εύκολα με κάποιο κάτι, διδάσκει να διαβάζουμε καλά, δηλαδή αργά, διεισδυτικά, με προφύλαξη και προσοχή, να διαβάζουμε με ανοιχτές πόρτες, με απαλά δάχτυλα και μάτια… Υπομονετικοί μου φίλοι, τούτο το βιβλίο εύχεται να έχει μόνο τέλειους αναγνώστες και φιλολόγους: μάθετε να με διαβάζετε καλά!»
Φρήντριχ Νίτσε Απόσπασμα από τον πρόλογο στη ‘‘Ροδαυγή’’
δίκτυο για τα γλωσσικά θέματα στην εκπαίδευση συμμετέχουμε και συζητάμε ισότιμα
|
Τελευταία Ενημέρωση στις Σάββατο, 08 Ιανουάριος 2011 16:00 |
Παιδείας μετέχοντες
Εμφανίσεις Περιεχομένου : 5608915