Σε σύνδεση τώρα

Έχουμε 11 επισκέπτες συνδεδεμένους
Θεματικές Ενότητες - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
Συντάχθηκε απο τον/την Δημήτρης Δημητράκος   

 

Δημήτρης Δημητράκος

Η «ηρωική έξοδος» των διανοουμένων

 

 

Σε ένα άρθρο αφιερωμένο στη μνήμη του Νίκου Πουλαντζά («Το Βήμα», 10.10.99) είχα ασχοληθεί με το πρόβλημα της σχέσης του διανοουμένου με την εξουσία, ένα πρόβλημα που έχει ιδιαίτερη σχέση με τον ρόλο του πολιτικά στρατευμένου διανοουμένου. Το κίνητρο του διανοουμένου που καλόπιστα δέχεται να στρατευθεί είναι να βγει από τον γυάλινο πύργο στον οποίο είναι κλεισμένος. Σ' αυτό που ακολουθεί θα δείξω ότι αυτή η ιδέα της απομόνωσης του διανοουμένου αποτελεί μύθο ο οποίος προέρχεται από τον ρόλο που παίζει ή έπαιζε ο σοφός, ο προφήτης ή ο ερημίτης στις παραδοσιακές, ιεραρχημένες κοινωνίες και όχι εκείνο που ταιριάζει στον πνευματικό άνθρωπο ­ τον επιστήμονα, τον φιλόσοφο ή τον συγγραφέα ­ στις σύγχρονες, ανοιχτές και ανεπτυγμένες κοινωνίες.

 

Αυτή είναι η ετυμηγορία της ιστορίας αλλά και της σύγχρονης ανθρωπολογικής επιστήμης μετά τη δημοσίευση του «Homo hierarchicus» (1966) του L. Dumont. Το έργο αυτό του γάλλου ανθρωπολόγου είναι μια μελέτη πάνω στο σύστημα των καστών στην Ινδία, από την οποία εξάγονται γενικότερα συμπεράσματα για τη σχέση του ατόμου και του κοινωνικού περιβάλλοντος στις κοινωνίες παραδοσιακού τύπου.

 

Οι αναχωρητές της σκέψης

 

Σε μια πλήρως ιεραρχημένη κοινωνία όπως η ινδική το σύστημα των καστών εξασφαλίζει ένα δίκτυο απόλυτης αλληλεξάρτησης και αμοιβαιότητας ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας. Μπορεί κανείς να ξεφύγει από αυτό το σύστημα και να γίνει «γκουρού», αρχηγός θρησκευτικής σέκτας, ή ερημίτης. Με τον τρόπο αυτό ο σοφός συνδέεται με την ιδέα της αυταπάρνησης, τη φυγή από τον κόσμο και το κοινωνικό σύστημα. Μόνο έτσι θα αναγνωρισθεί και θα καταξιωθεί ο ρόλος του από το σύνολο μέσα στο σύστημα που ωστόσο αυτός απαρνιέται. Η ένταξή του στην κοινωνία εξακολουθεί να υφίσταται, εφόσον και αυτός ο απομονωμένος «άγιος» ή «αιρεσιάρχης» ζει από τις συνεισφορές των πιστών. Η μελέτη του Dumont δείχνει ότι απομονωμένα άτομα με δική τους σκέψη υπήρχαν και υπάρχουν και στις παραδοσιακές κοινωνίες.

 

Τα άτομα αυτά έπαιξαν ρόλο παραπλήσιο με εκείνο του διανοουμένου στις σύγχρονες κοινωνίες. Στις τελευταίες όμως όλα τα άτομα αναγνωρίζονται ως αυτόνομες ατομικές συνειδήσεις και όχι μόνο οι λειτουργοί του πνεύματος. Ο προφήτης και ο ερημίτης των παραδοσιακών κοινωνιών παίζουν ρόλο αδιάφθορου κοινωνικού αναμορφωτή.

 

Με την αταβιστική επιβίωση αυτού του ρόλου σε κοινωνίες που έχουν μετατραπεί σε ανοιχτές και σύγχρονες, ο διανοούμενος διατηρεί την ιδέα της ­ υποτιθέμενα ­ αναγκαίας απομόνωσης για να λειτουργήσει ορθά ως θεωρός και προφήτης ή ως κοινωνικός αναμορφωτής. Ο τελευταίος ερχόταν σε συνεχή αντιπαράθεση με τον κατεστημένο λειτουργό των κοινωνιών αυτών ­ τον νομικό, τον γραμματικό, τον οργανωμένο ιερέα.

 

Ανοιχτές κοινωνίες

 

Με την ολοκλήρωση της δημοκρατικής επανάστασης στον 19ο και στον 20ό αιώνα ο πνευματικός άνθρωπος αποκτά συνείδηση της σημασίας του. Εξακολουθεί να παίζει ρόλο λειτουργού της κατεστημένης τάξης, αν χρησιμοποιείται ως ειδικός εμπειρογνώμονας ή σύμβουλος του ηγεμόνα. Αν όμως επιθυμεί να παίξει ρόλο κοινωνικού αναμορφωτή, τότε αποκτά την ιδιότητα του διανοουμένου με τη σύγχρονη έννοια. Δηλαδή, χειρίζεται ιδέες με καθολική ισχύ και απευθύνεται στο ευρύ κοινό, χωρίς τη διαμεσολάβηση θεσμών (εκκλησία, κράτος, άρχοντες κτλ.). Με τη διαφορά ότι κάνοντας αυτό έχει συχνά την αναχρονιστική ψευδαίσθηση ότι βρίσκεται σε σχετική κοινωνική απομόνωση, η οποία επιβεβαιώνει την ατομικότητά του. Η τελευταία όμως δεν έχει ανάγκη της απομόνωσης για να καταδηλωθεί, εφόσον η σύγχρονη κοινωνία είναι καθολικά ατομοκρατούμενη. Είμαστε όλοι εγγράμματα άτομα, με αυτόνομη ηθική υπόσταση, επικοινωνούμε με ιδέες και ως εκ τούτου είμαστε όλοι διανοούμενοι, με κάποια έννοια, όπως έγραφε ο Γκράμσι. Αλλά πριν απ' όλα, όπως έδειξε ο Καντ στο δοκίμιό του πάνω στον Διαφωτισμό (1784), η επικοινωνία αυτή είναι δημόσια και πραγματοποιείται ανάμεσα σε ελεύθερα και διανοητικά αυτοδύναμα άτομα. Στον δημόσιο αυτό χώρο του πνεύματος ο διανοούμενος κρίνει και κρίνεται άφοβα και ελεύθερα. Η δύναμή του συνίσταται στη δυνατότητά του να παρεμβαίνει στα κοινά μέσα σ' αυτόν ακριβώς τον χώρο.

 

Διαφωτισμός και διανόηση

 

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο άνθρωπος των γραμμάτων αρχίζει να παίζει ρόλο διανοουμένου με τη σύγχρονη έννοια, δηλαδή του ανθρώπου που επεμβαίνει με το κύρος του και την ευρυμάθειά του στον ευρύτερο χώρο του πνεύματος για να ασκήσει επιρροή στα κοινωνικά πράγματα, από τον Διαφωτισμό και έπειτα. Οι γάλλοι Εγκυκλοπαιδιστές τον 18ο αιώνα επιδιώκουν να παίξουν ρόλο κοινωνικών αναμορφωτών, μέσα από τις δημοσιεύσεις τους, απευθυνόμενοι σε ένα εγγράμματο κοινό. Περισσότερο ακόμη παρεμβαίνοντας υπέρ της απόδοσης της δικαιοσύνης όταν ένα άτομο έχει αδικηθεί και αιτία της αδικίας είναι η προκατάληψη και ο σκοταδισμός: αυτό έγινε με την «υπόθεση Καλάς» το 1765, όπου ο Βολταίρος έδωσε μάχη για να αποκατασταθεί η μνήμη του Καλάς που καταδικάστηκε και εκτελέστηκε για τη δολοφονία του γιου του, για την οποία δεν ήταν ένοχος, μόνο και μόνο επειδή ήταν προτεστάντης. Στην περίπτωση αυτή ο Βολταίρος ­ όπως και ο Ζολά δύο αιώνες αργότερα ­ παρεμβαίνει ωθώντας με όλο το βάρος της διασημότητάς του προς μία κατεύθυνση: την αποκατάσταση της αλήθειας έναντι του ψεύδους και της δικαιοσύνης έναντι της αδικίας.

 

Ο διανοούμενος υπηρετεί, με άλλα λόγια, καθολικές αξίες και όχι επί μέρους συμφέροντα ή πρόσωπα ή δυνάμεις και έχει συνείδηση της επιρροής που ασκεί μέσα στον δημόσιο χώρο του πνεύματος. Αυτός όμως ο χώρος έχει διαμορφωθεί με την πρόοδο της κοινωνίας, δηλαδή την παράλληλη ανάπτυξη των εμπειρικών επιστημών, των εμπορικών συναλλαγών και ενός αστικού πολιτισμού. Ετσι γεννήθηκε αυτό που την εποχή εκείνη ονομάστηκε «κοινωνία πολιτών», η οποία περιέχει και τον δημόσιο χώρο του πνεύματος, έναν ανοιχτό χώρο διακίνησης ιδεών μέσα από τον Τύπο. Ο πνευματικός άνθρωπος δεν έχει πλέον ανάγκη να υπηρετεί ηγεμόνες ή να είναι ερημίτης-επαίτης. Ενεργεί αυτοδύναμα και δημόσια απευθυνόμενος στο κοινωνικό σύνολο, με τα μέσα μαζικής επικοινωνίας που του παρέχει ο σύγχρονος πολιτισμός.

 

Πριν απ' όλα, επομένως, ο διανοούμενος από τον Διαφωτισμό και έπειτα είναι εκείνος που αυτοπροσδιορίζεται ως άτομο και ως συνείδηση, κηρύσσει τον ακηδεμόνευτο χαρακτήρα της γνώσης και της υπόστασής του και εγκαλεί τους ομοίους του να κάνουν το ίδιο, στο όνομα καθολικών αξιών οι οποίες υπόκεινται σε δημόσιο ορθολογικό έλεγχο.

 

Από το περιθώριο στο προσκήνιο

 

Υπό τις συνθήκες που δημιουργούνται με την ανάδυση της ανοιχτής κοινωνίας, που συμπίπτουν με το τέλος του 18ου αιώνα στη Δύση ­ Διαφωτισμός, βιομηχανική επανάσταση, ραγδαία πορεία προς τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας και της αναγνώρισης των δικαιωμάτων του ατόμου ­, ο διανοούμενος συνεχίζει, με κάποια έννοια, να παίζει ρόλο ανάλογο ­ όχι όμως όμοιο ­ με εκείνο του παραδοσιακού θεωρού στις κλειστές κοινωνίες, εφόσον απευθύνεται στο ευρύτερο σύνολο και εφόσον σχηματίζει τις αξίες του και την πίστη του μέσα από την ατομική του συνείδηση. Δεν είναι όμως ερημίτης. Δεν χρειάζεται την απομόνωση για την πρόσκτηση ιδεών.

 

Οι νέες συνθήκες τού προσδίδουν δύναμη, αυτή η δύναμη όμως δεν συνίσταται στη δυνατότητα χειραγώγησης των μελών της κοινωνίας μέσα από μια υποτιθέμενα μαγική-προφητική ιδιότητα που έχει ο σοφός στις κλειστές κοινωνίες. Η δύναμη του σύγχρονου διανοουμένου προέρχεται από την ιδιότητά του ως δημιουργού αφηρημένων ιδεών σε μια κοινωνία όπου υπερτερούν οι απρόσωπες και αφηρημένες σχέσεις. Η ίδια η εξουσία σε μια ανοιχτή κοινωνία «νομιμοποιείται» μέσα από τέτοιες ιδέες. Ο διανοούμενος είναι παραγωγός και κριτής αυτών των ιδεών, όχι ιδεολογικός πρωθιερέας τους. Μετατρέπεται όμως σ' αυτόν όταν γίνεται πολιτικά στρατευμένος διανοούμενος, γυρεύοντας να βγει από την απομόνωση που υποτιθέμενα του επιβάλλει ο ρόλος του. Τότε είναι που άθελά του υποδουλώνεται σε ένα σύστημα και γίνεται κατεστημένος λειτουργός μιας ιδεολογίας μιας παράταξης ή εξουσίας.

 

Υπό συνθήκες σύγχρονης, δημοκρατικής κοινωνίας ο διανοούμενος αποποιείται τον ιερατικό ρόλο που απέδιδε η κλειστή κοινωνία στον μάγο, στον μύστη και στον κληρικό. Επομένως, δεν είναι και δεν πρέπει να είναι (πλέον) πρωθιερέας μιας ιδεολογικής κοινότητας, συγκροτημένης «εν πίστει». Είναι σημάδι των καιρών ότι μετά την αποδεδειγμένη χρεοκοπία αυτής της ιδέας της στράτευσης του διανοουμένου που πραγματοποιεί με αυτό τον τρόπο μια «κάθοδο στον λαό», μετά τη συνειδητοποίηση ότι η συνταύτιση διανοουμένων με ουτοπικές ιδεολογίες δεν είναι καθόλου αθώα ή άμοιρη εξουσιαστικών επιδιώξεων, εκατοντάδες διανοούμενοι της Γαλλίας αλλά και από άλλες χώρες υπέγραψαν το 1973 ένα μανιφέστο πάνω στο χρέος του σύγχρονου διανοουμένου.

 

Ο διανοούμενος οφείλει να παρεμβαίνει στα κοινά, χωρίς να τυφλώνεται από ιδεολογίες, να τάσσεται υπέρ της αλήθειας και εναντίον του ψεύδους, υπέρ της δικαιοσύνης και εναντίον της αδικίας και να έχει κριτική συνείδηση πάνω απ' όλα. Η γενικευμένη αποδοχή αυτών των αρχών σήμερα επαναφέρει την επαγγελία του σύγχρονου διανοουμένου στο πρότυπο του Διαφωτισμού. Και αυτό αποτελεί άλλη μια «ρεβάνς» του ορθολογισμού και της ανοιχτής κοινωνίας επί του ανορθολογικού ρομαντισμού και των νοσταλγών της κλειστής κοινωνίας.

 

Ο κ. Δημήτρης Δημητράκος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

 

Πηγή: εφημερίδα Το Βήμα, 23-01-2000

http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=114&artId=101464&dt=23/01/2000

Αναδημοσίευση: www.e-keimena.gr

 

 

 

 

 

 

Τελευταία Ενημέρωση στις Τετάρτη, 18 Αύγουστος 2010 12:50